- Τραχινιος
- ΤραχίνιοςΤρᾱχίνιοςIион. Τρηχίνιος 3(ῑν) трахинский
(δεράς Soph.)
IIион. Τρηχίνιος ὅ уроженец или житель Трахина Her., Thuc.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(δεράς Soph.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Τραχίνιος — Τραχί̱νιος , Τραχίνιος the people of T. masc nom sg Τρᾱχίνιος , Τραχίς the people of T. masc nom sg Τρᾱχίνιος , Τραχίς the people of T. masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τραχίνιος — και ιων. τ. τρηχίνιος, ία, ον, και τ. θηλ. ος και τραχινίς, ίδος, Α [Τραχίς, ῑνος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην πόλη τής Θεσσαλίας Τραχίς* ή αυτός που προέρχεται από αυτήν («Τραχινίαν... δεράδα», Σοφ.) 2. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) oἱ… … Dictionary of Greek
Τραχινίας — Τραχῑνίᾱς , Τραχίνιος the people of T. fem acc pl Τραχῑνίᾱς , Τραχίνιος the people of T. fem gen sg (attic doric aeolic) Τρᾱχινίᾱς , Τραχίς the people of T. fem acc pl Τρᾱχινίᾱς , Τραχίς the people of T. fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τραχινίων — Τραχῑνίων , Τραχίνιος the people of T. fem gen pl Τραχῑνίων , Τραχίνιος the people of T. masc/neut gen pl Τρᾱχινίων , Τραχίς the people of T. fem gen pl Τρᾱχινίων , Τραχίς the people of T. masc/neut gen pl Τρᾱχινίων , Τραχίς the people of T … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τραχίνιον — Τραχί̱νιον , Τραχίνιος the people of T. masc acc sg Τραχί̱νιον , Τραχίνιος the people of T. neut nom/voc/acc sg Τρᾱχίνιον , Τραχίς the people of T. masc acc sg Τρᾱχίνιον , Τραχίς the people of T. neut nom/voc/acc sg Τρᾱχίνιον , Τραχίς the… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τραχινίαις — Τραχῑνίαις , Τραχίνιος the people of T. fem dat pl Τρᾱχινίαις , Τραχίς the people of T. fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τραχινίαν — Τραχῑνίᾱν , Τραχίνιος the people of T. fem acc sg (attic doric aeolic) Τρᾱχινίᾱν , Τραχίς the people of T. fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τραχινίοις — Τραχῑνίοις , Τραχίνιος the people of T. masc/neut dat pl Τρᾱχινίοις , Τραχίς the people of T. masc/neut dat pl Τρᾱχινίοις , Τραχίς the people of T. masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τραχινίου — Τραχῑνίου , Τραχίνιος the people of T. masc/neut gen sg Τρᾱχινίου , Τραχίς the people of T. masc/neut gen sg Τρᾱχινίου , Τραχίς the people of T. masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τραχινίους — Τραχῑνίους , Τραχίνιος the people of T. masc acc pl Τρᾱχινίους , Τραχίς the people of T. masc acc pl Τρᾱχινίους , Τραχίς the people of T. masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τραχινίᾳ — Τραχῑνίᾱͅ , Τραχίνιος the people of T. fem dat sg (attic doric aeolic) Τρᾱχινίᾱͅ , Τραχίς the people of T. fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)